Το αγκρισμένο κουτσακοτήρι

Georgia N. Gleoudi
1 min readNov 25, 2020

*Το θυμωμένο μανταλάκι. Κυπριακή διάλεκτος

‘Μ’ έβρισε; Κατάλαβα καλά; Μ΄έβρισε; Είναι δυνατόν να με χρησιμοποιεί πάλι για να απλώσει το μπλε βρακί του; Μέτρησα πέντε τρύπες και σκισμένα λάστιχο. Θα βάλω όλη μου τη δύναμη τώρα που θα πάει να με ανοίξει έτσι ώστε να πέσω από τα χέρια του και να με αφήσει κάτω. Όχι, δηλαδή εγώ πάλι θα πάρω τα χάλια, αρχαία βρακιά του και τα άλλα κουτσακοτήρια να πιάνουν τα μεταξωτά πουκαμισάκια του και τα κασμιρένια πουλόβερ της κυρίας του.’

Το κουτσακοτήρι περιμένει ανυπόμονα τη σειρά του, καρτερά την τύχη του μπροστά από την απλώστρα και σκέφτεται και σκέφτεται…

‘Χμμμμ..βρήκα. Θα χαλαρώσω εδώ το σιδεράκι που έχω στη μέση μου για να μην μπορώ να πιάσω το βρακί που είναι λεπτό. Έτσι, ίσως με αξιοποιήσει σε κάποιο άλλο ρούχο του! Κίτρινο κουτσακοτήρι, άντε έλα εδώ! Πιάσε την πλάτη μου και ξεκούμπωνε με.’

Το κουτσακοτήρι στάθηκε για ένα δευτερόλεπτο και ψιθύρισε

‘Λες όμως να με πετάξει εάν δε δουλέψω;’

Αμέσως όμως γύρισε μπροστά στο βωμό της απλώστρας και με στεντόρεια φωνή, ορθωμένο ανάστημα και σχεδόν ξεχαρβαλωμένη πλάτη βροντοφώναξε

‘Καλύτερα μιας ώρας κασμίρι και μαλλί παρά σαράντα χρόνια στο χάλι το βρακί’ κι έπεσε ηρωικά στη μάχη του απλώματος.

--

--